θεοτίμητος — θεοτί̱μητος , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοτίμητον — θεοτί̱μητον , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem acc sg θεοτί̱μητον , θεοτίμητος honoured by the gods neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεο- — (AM θεο ) πρώτο συνθετικό πολλών λέξεων τής ελληνικής που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνεται από το δεύτερο συνθετικό γίνεται από τον θεό (ή τους θεούς) ή για χάρη τού θεού ή έχει ως αντικείμενο τον θεό («θεόδμητος», «θεοσεβής», «θεόφρων»)… … Dictionary of Greek
θεότιμος — και θεοτίμος, ον (Α) θεοτίμητος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + τιμος (< τιμή), πρβλ. αξιό τιμος, έν τιμος] … Dictionary of Greek
ԱՍՏՈՒԱԾԱՊԱՏԻՒ — ( ) NBH 1 0328 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 7c, 11c, 12c, 13c ա. θεοτίμητος, θεότιμος a deo honoratus Պատուեալ առ ʼի յայ, մանաւանդ սրբազան պատուով. *Աստուածապատիւ քրիստոսազգեաց սարկաւագք. Ածազգ. ՟Ժ՟Բ: *Աստուածապատիւ տէր… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
θεοτιμήτοις — θεοτῑμήτοις , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοτιμήτου — θεοτῑμήτου , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοτιμήτους — θεοτῑμήτους , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοτιμήτωι — θεοτῑμήτῳ , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θεοτιμήτῳ — θεοτῑμήτῳ , θεοτίμητος honoured by the gods masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)